ΓΗΙΝΟΙ
Πώς ο δημιουργός του “Σαγόνια του καρχαρία” έγινε προστάτης τους
Το περασμένο καλοκαίρι, τριάντα εννέα χρόνια μετά την κυκλοφορία της διάσημης ταινίας «Τα σαγόνια του καρχαρία», ειδησεογραφικά πρακτορεία σε όλο τον κόσμο ανέφεραν μια απότομη αύξηση του πληθυσμού των μεγάλων λευκών καρχαριών στον δυτικό Ατλαντικό Ωκεανό.
Ωστόσο, κανείς δεν φάνηκε να πανικοβάλλεται από τις ειδήσεις.
Πόσο μεγάλη διαφορά μπορεί να κάνουν τέσσερις δεκαετίες. Κατά τη διάρκεια της ακμής των “σιαγόνων”, όταν η ταινία είχε δημιουργήσει έναν διεθνή πανικό για τους καρχαρίες, τέτοιες αναφορές θα είχαν προκαλέσει πανδαιμόνιο, προκαλώντας τον καθαρισμό παραλιών και την φύλαξη των κολυμβητών. Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία οι αριθμοί των μεγάλων λευκών καρχαριών στις ακτές της Καλιφόρνιας αυξάνονται και κανείς δεν φαίνεται να ανησυχεί πολύ. Αυτό είναι πιθανό να συμβαίνει επειδή η καρχαριοφοβία έχει χάσει σημαντικό έδαφος και πλέον περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν πόσο σπάνιες είναι οι επιθέσεις καρχαρία. Σύμφωνα με το Διεθνές Αρχείο Επιθέσεων Καρχαριών, μόνο τέσσερα άτομα πέθαναν από επιθέσεις καρχαριών στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ 2003 και 2008, σε σύγκριση με 108 θανάτους που προκλήθηκαν από βοοειδή.
Ναι, οι αγελάδες είναι πιο πιθανό να σκοτώσουν άνθρωπο, απ’ ότι οι καρχαρίες.
Προτού ο πολιτισμός μας φτάσει σε αυτή την επίγνωση, είχαμε τα «Σαγόνια του Καρχαρία», το προϊόν του συγγραφέα Πήτερ Μπέντσλεϊ και του σκηνοθέτη Στήβεν Σπίλμπεργκ με την αδηφάγα όρεξή του για τρομακτικές ταινίες γεμάτες αίμα. Όμως ο Μπέντσλεϊ, ο άνθρωπος που επανακαθόρισε τον λευκό καρχαρία ως τη νέμεση της ανθρωπότητας, θα έφτανε τελικά να απορρίψει πλήρως αυτή την οπτική για τους καρχαρίες.
Όπως και ο Δρ. Φράνκενσταϊν, ο Μπέντσλεϊ δεν μπορούσε να ξεφύγει από το μακελειό της δημιουργίας του και, προς το τέλος της καριέρας του, δεσμεύτηκε για μια δυναμική «επίθεση», αυτή τη φορά εναντίον της θανάτωσης καρχαριών, μέσω του κινήματος προστασίας τους, μέχρι το θάνατό του το 2006 από πνευμονική ίνωση, σε ηλικία εξήντα πέντε ετών.
«Ο Πήτερ είχε μεγάλη σύνδεση με τον ωκεανό από τότε που ήταν μικρό παιδί», θυμάται η χήρα του, Γουέντι Μπέντσλεϊ σε πρόσφατη συνέντευξή της. Η Γουέντι, που έκανε καριέρα στην περιβαλλοντική πολιτική, λέει ότι ο Πήτερ μεγάλωσε σε μια ακαδημαϊκή οικογένεια και «ήταν πάντα ένας ευαίσθητος άνθρωπος».
Μια βόλτα κατά μήκος της προβλήτας στο Μοντόκ της Νέας Υόρκης πριν από πενήντα χρόνια, θα ήταν σαν επίσκεψη σε ένα τεράστιο μουσείο αλιείας. Πτερύγια καρχαριών, κεφάλια και βγαλμένες σιαγόνες ήταν τοποθετημένα στα κιγκλιδώματα του λιμανιού. Ολόκληρα πτώματα καρχαριών κρεμόταν για μέρες μετά την αλίευσή τους, με τους ψαράδες και τους κατοίκους να καμαρώνουν δίπλα στα «τρόπαια». Καμάκια, λόγχες και μαχαίρια όλων των ποικιλιών στόλιζαν την προβλήτα, ενώ φωτογραφίες με τα καμώματα των κυνηγών της θάλασσας κοσμούσαν καταστήματα και εστιατόρια.
Σε μια κατάδυσή του στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε ένα ωκεάνιο παράδεισο, «οι φρικαλεότητες της μισής ζωής», όπως τις είχε αποκαλέσει ο Μέλβιλ, ήρθαν απειλητικά στο φως. Ενώ εξερευνούσε τον βυθό μιας προστατευόμενης περιοχής στην Κόστα Ρίκα, η εικόνα του Μπέντσλεϊ για τους καρχαρίες, άλλαξε απότομα.
Βυθισμένος βαθιά κάτω από την επιφάνεια, σε ένα μέρος που θεωρητικά ήταν ένας θαλάσσιος παράδεισος, είδε μια σκηνή που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή του. Ο βυθός δεν ήταν γεμάτος από όλα αυτά που περιείχε η παιδική φαντασία του, αλλά στρωμένος από «τα σώματα καρχαριών χωρίς πτερύγια, που κάλυπταν τον πάτο της θάλασσας», όπως είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του στο WildAid. «Ήταν ένα από τα πιο τρομακτικά πράγματα που έχω δει». Δεν υπήρχαν πλέον άγριοι δολοφόνοι και ανθρωποφάγα τέρατα, αλλά ακρωτηριασμένα θύματα.
Ως αποτέλεσμα μιας τεράστιας παγκόσμιας αγοράς σούπας πτερυγίων καρχαρία – μια λαϊκή κινεζική λιχουδιά – η διαδικασία αφαίρεσης των πτερυγίων δεν είναι και ό,τι καλύτερο για την καρδιά. Οι ψαράδες καμακώνουν με τεράστιες λόγχες τα ζώα και τους τραβούν στο κατάστρωμα, όπου στη συνέχεια πετσοκόβουν ανελέητα τα πλάγια και τα ραχιαία πτερύγια τους σε ένα λουτρό αίματος.
Το πιο βάναυσο από όλα, ίσως, είναι το πέταγμα του ζώου πίσω στη θάλασσα, εντελώς ζωντανό, αφήνοντάς το να επιπλέει στον βυθό της θάλασσας, ανήμπορο να κολυμπήσει πλέον, με επώδυνους σπασμούς και καταδικασμένο σε έναν αργό θάνατο.
Όπως είχε πει κάποτε ο Paul McCartney: «Αν τα σφαγεία είχαν γυάλινους τοίχους, όλοι θα ήμασταν χορτοφάγοι». Εκείνη η κατάδυση του Μπέντσλεϊ, ήταν η στιγμή του γυάλινου τοίχου του. Η αιματοχυσία ήταν που τον έκανε να ασχοληθεί με τους καρχαρίες, στην διάσημη ταινία τρόμου του και, μια άλλη αιματοχυσία, ήταν που τον έκανε να ασχοληθεί ξανά μαζί τους – αυτή τη φορά, ως ακτιβιστής για την προστασία τους.
«Ο καρχαρίας, σε μια ενημερωμένη έκδοση, δεν θα μπορούσε να είναι ο κακοποιός», έγραψε ο Μπέντσλεϊ στο Oceans in Peril το 1995. «Αν την έκανα ξανά [την ταινία], ο καρχαρίας θα έπρεπε να παρουσιάζεται ως το θύμα, γιατί, παγκοσμίως, οι καρχαρίες είναι πολύ περισσότερο οι καταπιεσμένοι απ’ ότι καταπιεστές».
Χρηματοδοτώντας ένα δυναμικό παγκόσμιο κίνημα προστασίας του καρχαρία, με χρήματα από τις εισπράξεις της ταινίας, ο Μπέντσλεϊ δεσμεύτηκε στην διατήρηση και προστασία τους, μέχρι τον θάνατό του το 2006.
Σχόλια Facebook