ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η βίγκαν διατροφή ως λύση στο πρόβλημα της πείνας

Από  | 

Όλων των ειδών οι εταιρείες και τα καταστήματα κατακλύζουν τα μυαλά μας με προσφορές και προτροπές για κατανάλωση. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να ήταν άλλωστε, αφού η κατανάλωση είναι το καύσιμο που δίνει ενέργεια και κίνηση στην οικονομία.

Σε κάθε γωνιά του κόσμου υπάρχουν καθιερωμένες ετήσιες γιορτές, που πάντα γιορτάζονται με φίλους και οικογένειες να συγκεντρώνονται γύρω από ένα τραπέζι για ένα γαστρονομικό φεστιβάλ που συχνά ξεπερνάει τα όρια. Συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις το διαθέσιμο φαγητό να ξεπερνάει τον συνολικό όγκο των στομαχιών της παρέας. Μέχρι εδώ οι περισσότεροι ίσως δεν βρίσκετε την όλη φάση και τόσο κακή. Όλοι δικαιούμαστε μια σπονδή στον αγλέουρα που και που, ε;

Καθώς όμως η συντριπτική πλειοψηφία του φαγοποτιού είναι τρόφιμα ζωικής προέλευσης, γεννώνται μερικοί σοβαροί προβληματισμοί σχετικά με τις συνέπειες των πράξεών μας. Αυτό γιατί, όπως γνωρίζουμε, ο τρόπος που τρώμε επηρεάζει ανθρώπους που ζουν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά μας και καταστρέφει τον πλανήτη μας. Η κτηνοτροφία είναι σήμερα μια από τις κυριότερες αιτίες για την κλιματική αλλαγή και την τροφική ανασφάλεια. Όλο και περισσότερα πρωτοσέλιδα επιβεβαιώνουν συνεχώς πως οι πληθυσμοί που αντιμετωπίζουν προβλήματα πείνας και μικρής διαθεσιμότητας τροφίμων, είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, όπως ενδεικτικά τις ξηρασίες, τους τυφώνες, τα τσουνάμι και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Κατά την διάρκεια των απίστευτα καταστροφικών πλημμυρών στο Τσενάι, τόσο ο κορυφαίος μετεωρολόγος της Ινδίας όσο και ο πρωθυπουργός της χώρας, συνδέουν την καταστροφή με τις κλιματικές αλλαγές που προκαλούνται από τον άνθρωπο.

Στην Συρία, οι δημοσιογράφοι κατηγορούν την κλιματική κρίση ως μείζον παράγοντα στις συγκρούσεις μιας περιοχής, που καταστράφηκε από άνευ προηγουμένου ξηρασία και απερήμωση και επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο από την υπερβόσκηση. Μπορεί να ακούγεται παράξενο σε κάποιους, αλλά τα ανεπιθύμητα καιρικά φαινόμενα μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και πολεμικές συγκρούσεις. Στο περιοδικό The Ecologist, ο δημοσιογράφος Gianluca Serra, αναφέρει:

Σημαντικό ρόλο σε αυτή την καταστροφή έπαιξαν οι εύποροι αστικοί επενδυτές, που έριξαν χιλιάδες ζώα στη στέπα, μετατρέποντας τη βόσκηση σε μια βιομηχανική πρακτική μεγάλης κλίμακας, εντελώς μη βιώσιμη.

Ακόμη και φαινομενικά αθώες πρακτικές εκτροφής ζώων, όπως για παράδειγμα το πρόγραμμα της οργάνωσης Heifer International που δωρίζει ζώα σε φτωχούς με σκοπό να τους προσφέρει πηγές τροφής, στην πραγματικότητα έχουν τραγικές συνέπειες, καθώς στρώνουν τον δρόμο για μεγάλης κλίμακας, βιομηχανικές εγκαταστάσεις κτηνοτροφίας και αυξάνουν δραματικά την κατανάλωση κρέατος, αυγών και γαλακτοκομικών.

Η Heifer International θεωρείται κύριος υπεύθυνος για την ραγδαία ανάπτυξη της γαλακτοπαραγωγής στην Ιαπωνία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ η ίδια η οργάνωση περηφανεύεται πως εξαιτίας της παρήχθησαν 13,6 εκατομμύρια λίτρα γάλα σε έναν χρόνο στην Ουγκάντα και αναπτύχθηκε εθνικό πρόγραμμα γαλακτοπαραγωγής στην Τανζανία.

Αυτά τα τεράστια προγράμματα αναπτύχθηκαν και εφαρμόστηκαν παρά τα απίστευτα υψηλά ποσοστά δυσανεξίας στη λακτόζη σε αυτές τις περιοχές (πάνω από 90% σε ορισμένους πληθυσμούς της Αφρικής και της Ασίας) και παρά το γεγονός ότι οι ντόπιες καλλιέργειες φυτών αυτών των περιοχών έχουν την δυνατότητα να παράξουν ίση ή και μεγαλύτερη ποσότητα πρωτεΐνης, ασβεστίου και άλλων θρεπτικών συστατικών.

Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Τροφίμων (World Food Programme):

Η αλλαγή του κλίματος πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο της πείνας, απειλώντας να υπονομεύσει όσα πετύχαμε με πολύ κόπο στον αγώνα κατά της φτώχειας. Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις, αν δεν καταβληθούν σημαντικές προσπάθειες για την βελτίωση της ζωής ευάλωτων πληθυσμών ανθρώπων, το 20% θα απειληθεί από πείνα μέχρι το 2050 λόγω του μεταβαλλόμενου κλίματος.

Όμως δεν είναι μόνο η κλιματική αλλαγή που συνεισφέρει στο πρόβλημα της τροφικής ανασφάλειας. Η εκτροφή ζώων είναι καταφανώς αναποτελεσματική και σπάταλη, σε σύγκριση με την καλλιέργεια φυτών για απευθείας κατανάλωση. Αυτό σημαίνει ότι τα ζώα εκτροφής απομυζούν δραματικά περισσότερο φαγητό από την τροφική αλυσίδα, σε σχέση με αυτό που προσφέρουν.

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι επειδή για να ταΐσουμε τα εκτρεφόμενα ζώα πρέπει να καλλιεργούμε φυτά, τα οποία σε ποσότητα είναι απείρως περισσότερα σε σχέση με αυτά που θα καλλιεργούσαμε αν θέλαμε να ταΐσουμε τους ανθρώπους απευθείας με φυτά. Εκτρέφουμε και σφάζουμε περίπου 60 δισεκατομμύρια ζώα φάρμας κάθε χρόνο, ενώ οι άνθρωποι είναι 7,3 δις. Για να δώσω ένα παράδειγμα, χρειάζονται 13 κιλά σιτηρών για να πάρουμε 1 κιλό βοδινού κρέατος, την ίδια στιγμή που φυτά όπως οι φακές, τα φασόλια ή οι πατάτες παράγουν, κιλό προς κιλό, την ίδια ή και περισσότερη πρωτεΐνη με το κρέας.


Η αναποτελεσματικότητα αυτή οφείλεται, φυσικά, στο γεγονός ότι μόνο ένα μικρό κλάσμα της ενέργειας των φυτών που τρώνε τα ζώα μετατρέπεται σε βρώσιμη από τους ανθρώπους πρωτεΐνη. Το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας χρησιμοποιείται από τα ζώα για να τροφοδοτήσει τον δικό τους μεταβολισμό, ενώ μόνο ένα μικροσκοπικό ποσοστό μετατρέπεται σε κρέας. Με άλλα λόγια, μια αγελάδα μπορεί να φάει σε όλη της την ζωή 120 τόνους φαγητό, για να δώσει τελικά μόνο μερικά κιλά κρέας. Φαγητό, που θα μπορούσε να ταΐσει έναν πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων.


Ορισμένοι αντιτείνουν σοβαρές διαφωνίες με τα παραπάνω, ισχυριζόμενοι ότι δεν εκτρέφονται όλα τα ζώα υπο βιομηχανικές συνθήκες και προτείνοντας, ως εναλλακτική λύση, τα ζώα ελευθέρας βοσκής. Ακόμη κι αυτό όμως δεν φαίνεται να είναι αξιόπιστη λύση, για διάφορους λόγους:

Πρώτον, τα ζώα ελευθέρας βοσκής εκτρέφονται επίσης από τους ανθρώπους, άρα δεν αποτελούν κομμάτι της φυσικής διαδικασίας. Στην φύση δεν θα υπήρχε ποτέ ένας τόσο μεγάλος αριθμός ζώων να βόσκει στην ύπαιθρο, ειδικά ζώων ενός συγκεκριμένου είδους. Επομένως, η ποσότητα φυτικής τροφής που καταναλώνουν παραμένει η ίδια, έστω κι αν τρώνε μόνα τους.

Δεύτερον, ακόμη και όταν μιλάμε για «ελεύθερη βοσκή», απαιτείται γη για αυτή την βοσκή. Και, δεδομένου του αριθμού αυτών των ζώων, αυτή η γη σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει διαθέσιμη από τη φύση, αλλά αντίθετα δημιουργείται από τους ανθρώπους, είτε αποψιλώνοντας δάση, είτε αφιερώνοντας χρήσιμη και γόνιμη γη σε αυτά για να βοσκούν. Γη, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την καλλιέργεια σιτηρών, δημητριακών, φρούτων και λαχανικών για ανθρώπινη κατανάλωση.

Η αλήθεια είναι ότι, εξετάζοντας το θέμα αποκλειστικά και μόνο από χωροταξική άποψη, η βιομηχανική εκτροφή απαιτεί πολύ λιγότερο χώρο σε σχέση με την ελεύθερη βοσκή.

Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τον τρόπο εκτροφής, τα ζώα που τρώνε οι άνθρωποι χρειάζονται μια συγκεκριμένη ποσότητα τροφής και νερού, η οποία πρέπει να βρεθεί και να δοθεί σε αυτά. Εφόσον η διαθέσιμη γη είναι πεπερασμένη, ο τρόπος εκτροφής ουσιαστικά δεν έχει μεγάλη σημασία. Στην πραγματικότητα, όσοι μιλούν για ζώα «ελευθέρας βοσκής», σκέφτονται περισσότερο την ποιότητα του κρέατος, παρά το περιβάλλον. Είναι δηλαδή μια καθαρά εγωιστική καταναλωτική τάση.

Σε ό,τι το πρόβλημα της γης.

Ένα στρέμμα γης μπορεί κατά μέσο όρο να δώσει 12 έως 13 φορές περισσότερο φαγητό φυτικής προέλευσης, απ’ ότι ζωικής προέλευσης. Όπως γράφει ο Dr. Richard Oppenlander:

Χρησιμοποιούμε ουσιαστικά είκοσι φορές περισσότερη γη για καλλιέργειες και εκατοντάδες φορές περισσότερο νερό, ρυπαίνουμε τους υδροφόρους ορίζοντες και τον αέρα, καταστρέφουμε τα τροπικά δάση, και όλα αυτά για να ταΐζουμε και να σκοτώνουμε ζώα που τρώμε, κάτι το οποίο τελικά είναι και ανθυγιεινό για εμάς.

Στην πραγματικότητα, μελέτες πάνω στην παραγωγή τροφίμων έχουν ανακαλύψει ότι η καλύτερη χρήση των ήδη υπάρχουσων καλλιεργειών θα μπορούσε να θρέψει επιπλέον 4 δις ανθρώπους, απλώς και μόνο με μια στροφή μακριά από τρόφιμα ζωικής προέλευσης και παραγωγή τροφής για απευθείας ανθρώπινη κατανάλωση.

Την ίδια διαπίστωση άλλωστε κάνει και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, αναφέροντας πως μια παγκόσμια στροφή προς την φυτική διατροφή θα μπορούσε να σώσει τον κόσμο από τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Η ανακατανομή των καλλιεργειών με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να αυξήσει τις διαθέσιμες θερμίδες παγκοσμίως μέχρι και 70%, σύμφωνα με ερευνητές.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να κάνουμε προσπάθειες για την μείωση της παγκόσμιας πείνας και να επικεντρωθούμε στην υιοθέτηση μιας φυτικά βασισμένης διατροφής. Σε αυτή την προσπάθεια, ο βιγκανισμός φαίνεται να είναι η καλύτερη λύση, ακόμη και για ανθρώπους που δεν διακατέχονται καθόλου από ηθικούς προβληματισμούς (για παράδειγμα, για τα δικαιώματα των ζώων), ενδιαφέρονται όμως για το μέλλον της ανθρωπότητας και των παιδιών τους. Η κτηνοτροφία σήμερα αποτελεί ένα μεγάλο παράδοξο, μια ειρωνεία και έναν καταστροφικό στρουθοκαμηλισμό: Χρησιμοποιούμε το μεγαλύτερο μέρος των πόρων της γης για να ταΐζουμε ζώα, την ίδια στιγμή που ένα τεράστιο μέρος της ανθρωπότητας υποφέρει από φτώχεια, υποσιτισμό και υποβάθμιση της ποιότητας ζωής.

 

Σχόλια Facebook