ΑΠΟΨΕΙΣ
Ελληνική Τυροκρατία
Μερικές φορές κάθε μήνα, επιλέγω να πάρω το πρωινό μου και τον καφέ μου από κάποιον φούρνο της γειτονιάς.
Δεν μου είναι απαραίτητο, καθώς μπορώ να φάω πολύ καλύτερα και πολύ πιο υγιεινά στο σπίτι μου, πιστεύω όμως ότι πρέπει να στηρίζω τα καταστήματα στο μέτρο που μου αναλογεί. Άλλωστε όλοι μας κάνουμε αγώνα για περισσότερα βίγκαν προϊόντα στα μαγαζιά. Τι νόημα έχει κάτι τέτοιο, αν δεν πατάμε το πόδι μας ποτέ;
Θα μπορούσα να τρώω έξω πολύ συχνότερα, αν είχα επιλογές. Θα μπορούσα να τρώω έξω πολύ συχνότερα, αν υπήρχε έμπρακτος σεβασμός και αναγνώριση στην υπαρκτή κοινωνική ομάδα των vegans. Στις μεγάλες πόλεις, αρχίζει σιγά σιγά να υπάρχει. Όχι όσο μεγάλη θα ‘πρεπε, αλλά κάτι γίνεται. Αν όμως ζεις εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων, είσαι pretty much ο άνθρωπος που τρώει στο σπίτι του.
Οι περισσότεροι φούρνοι στην γειτονιά μου, αλλά και τα περισσότερα καταστήματα γενικώς, είναι πιθανόν να με γνωρίζουν ως τον «ενοχλητικό παράξενο χορτοφάγο» και να ρίχνουν μερικά αναθέματα κάθε φορά που σκάω μύτη, επειδή μονίμως γκρινιάζω και διαμαρτύρομαι. Ας είναι, όμως. Δεν γίνεται διαφορετικά, αφού ζω την γαστρονομική απελπισία στην καθημερινότητά μου.
Γαστρονομική απελπισία; Ναι!
Ο λόγος, περί τυριού. Τυρί παντού. Τυρί εδώ, τυρί εκεί, τυρί παραπέρα. Πίτα με τυρί, χωριάτικη πίτα με τυρί, κουλούρι με τυρί, πεϊνιρλί με τυρί, κουρού με τυρί, μπουγάτσα με τυρί, τυρί με τυρί και από πάνω διπλό τυρί. Μου κάνει εντύπωση που τα σκαλοπάτια και οι πόρτες δεν είναι φτιαγμένα από τυρί.
Για να καταλάβετε το πρόβλημα, ας βάλουμε για μια στιγμή στη θέση του τυριού κάτι φαγώσιμο, αλλά εξαιρετικά σπάνιο στην Ελλάδα. Ας πούμε, ακρίδες. Ξέρετε ότι σε κάποια μέρη του κόσμου, οι ακρίδες αποτελούν λιχουδιά.
Τώρα, σκεφτείτε ότι πεινάτε και μπαίνετε σε έναν φούρνο να πάρετε κάτι να τσιμπήσετε. Όπου κι αν γυρίσετε το βλέμμα σας, βλέπετε μιλιούνια από ακρίδες. Ράφια και βιτρίνες γεμάτα με σφολιάτες και αρτοπαρασκευάσματα γεμισμένα με ακρίδες ψητές, ακρίδες καπνιστές, ακρίδες τηγανητές, ακρίδες βραστές.
Ο μόνος λόγος που κάποιοι μπορεί να βρίσκετε υπερβολική ή γραφικά γελοία αυτή την υπόθεση, είναι επειδή σιχαίνεστε τις ακρίδες (υποθέτω).
Όμως κι εγώ σιχαίνομαι το τυρί.
Και, θεωρητικά, εγώ κι εσείς έχουμε το ίδιο δικαίωμα στην σίτιση, έτσι δεν είναι; Δέχομαι βέβαια, ότι δεν μπορεί του καθενός η παραξενιά να αποτελεί βάσιμη υποχρέωση ενός καταστήματος, να προσφέρει αυτή την παραξενιά. Εσένα ρε μεγάλε μπορεί να σου αρέσουν και οι πίτες με μπάμιες, δεν είναι υποχρεωμένα τα μαγαζιά να φτιάχνουν μπαμιόπιτες, θα μου πείτε. Όμως σε αντίθεση με την μπαμιόπιτα (τι ωραία ιδέα!), το να θέλει κανείς να φάει κάτι χωρίς τυρί δεν αποτελεί εκκεντρικότητα, ακόμα και για ανθρώπους που δεν είναι βίγκαν.
Οι επιλογές μου, συνήθως, είναι κουλούρι Θεσσαλονίκης και «νηστίσιμη» σπανακόπιτα. Πόσα κουλούρια και πόσες σπανακόπιτες να φάει κανείς όμως;
Τα περισσότερα καταστήματα φαίνεται να αντιμετωπίζουν με μεγάλη αρνητικότητα το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι πελάτες τους, είναι βίγκαν.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν κρύβεται κάποιου είδους συμφέρον πίσω από αυτή την αρνητικότητα. Ξέρω ότι ορισμένοι ιδιοκτήτες καταστημάτων σχετίζονται έμμεσα ή άμεσα με την παραγωγή ζωικών προϊόντων, αλλά υποθέτω πως αυτό δεν αποτελεί τον κανόνα.
Θεωρώ πως, κατά πάσα πιθανότητα, αυτή η αρνητικότητα οφείλεται κυρίως σε σύγχυση, bad timing και άγνοια:
Οι ιδιοκτήτες καταστημάτων δεν γνωρίζουν ακόμη το πιθανό μέγεθος ενός αγοραστικού κοινού που απέχει από τα ζωικά είδη. Είναι πολύ πιθανό να θεωρούν πως είναι ελάχιστοι, άρα δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθούν. Πάντως, σε πρόσφατη πρωτοβουλία για το κάλεσμα επιχειρήσεων προς την υιοθέτηση βίγκαν επιλογών, αρκετές δεκάδες επιχειρήσεις κλήθηκαν από χρήστες του Facebook να σκεφτούν μια αλλαγή της γκάμας τους προς αυτή την κατεύθυνση.
Άλλοι πάλι δεν είναι σίγουροι τι είναι βίγκαν. Το μπερδεύουν με την χορτοφαγία. Πάρε αυτή την κουρού ρε χριστιανέ, σου λέει, δεν έχει κρέας. Τι, δεν τρώς ούτε τυρί; Α, τότε φάε ένα κουλούρι. Είναι λες και, όταν αφαιρέσουμε το τυρί από το προσκήνιο, ο κόσμος παύει να υπάρχει.
Πολλοί δεν γνωρίζουν επίσης τι ακριβώς σημαίνει “vegan menu”, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες. Ένα τέτοιο μενού σημαίνει προφανώς ότι κάποιος κάθισε και ασχολήθηκε, σχεδιάζοντας νέα βίγκαν είδη για την γκάμα του καταστήματος που να είναι ελκυστικά και να προσφέρουν μια στοιχειώδη ποικιλία — ίσως και καινοτομία, αν θα ήθελε να πρωτοτυπήσει. Πρόσφατο το παράδειγμα μεγάλης αλυσίδας μικρογευμάτων, που λάνσαρε αφισάκι στα καταστήματά της ενημερώνοντας για το “vegan menu” που προσφέρει. Τελικά, το βίγκαν μενού δεν είναι τίποτα περισσότερο από τα λεγόμενα “randomly vegan items”, δηλαδή είδη που υπήρχαν ούτως ή άλλως στο μενού και απλώς τυχαίνει να είναι βίγκαν, όπως… ο καφές, η μαρουλοσαλάτα και ο χυμός πορτοκάλι.
Ένα τυπικό Bakery & Pastry κατάστημα του Λονδίνου ή του Βερολίνου που προσφέρει vegan είδη, είναι πραγματικά μια λαχταριστή οπτασία. Μπορείς να βρεις ο,τιδήποτε από τυρόπιτες με φυτικό τυρί, βίγκαν πίτσα, αρτοπαρασκευάσματα με τόφου, με ταχίνι, με φυστικοβούτυρο, μπάρες δημητριακών ολικής άλεσης, φρουτοσαλάτες, παγωτό ή γιαούρτι από γάλα καρύδας και αμυγδάλου, καλτσόνε με φυτικό μπέικον και ψητά λαχανικά, burgers, cheeseburgers, πρέτσελ με γέμιση λαχανικών, πάστες, τούρτες και γενικά ό,τι τραβάει η όρεξή σου.
Εδώ όμως, είναι το κράτος του τυριού. Με σημαία μια γραβιέρα. Εδώ πρέπει να λέμε ευχαριστώ (και συγγνώμη για την ενόχληση), επειδή θέλουμε να φάμε κάτι που να μην περιέχει βασανιστήρια, ουρλιαχτά, θάνατο και εκκρίσεις από τους μαστούς ζώων.
Φάε ένα κουλούρι, λοιπόν.
Ναι, αλλά εγώ δεν θέλω κουλούρι. Θέλω να φάω κάτι καλό.
Εντάξει, αλλά φάε ένα κουλούρι για τώρα.
Για τώρα, πάρε τα κουλούρια και παίξε κρίκους. Εγώ δεν θέλω κουλούρι.
Υ.Γ.: Κανένας ψόγος για το κουλούρι. Το αγαπώ και το σέβομαι.
Σχόλια Facebook